ataktesfones@gmail.com

Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

Ζητούμενο Επιβίωσης του Έθνους η Πολιτική Εθνικής Ασφαλείας



Γράφει ο Αρχιπλοίαρχος (ε.α.) Δημήτριος Ν. Τσαϊλάς ΠΝ
Γενικός Διευθυντής του Strategy International
Αναγκάζομαι να επανέλθω στο φλέγον θέμα περιστολής των αμυντικών δαπανών λόγω του βομβαρδισμού δημοσιευμάτων και των διαρροών στον τύπο περί κλεισίματος συγχωνεύσεων και καταργήσεων στρατιωτικών διοικήσεων και μειώσεως του αριθμού του προσωπικού στις ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας με λογιστική και μόνο αντίληψη, χωρίς να λαμβάνεται ούτε υποτυπωδώς υπόψη η Πολιτική Εθνικής Ασφαλείας. Χύνονται τόνοι μελάνης περί των δήθεν αναλύσεων οικονομικού συμφέροντος, αμελώντας όμως έντεχνα το εθνικό συμφέρον, διότι όπως δικαιολογούνται, μας εξαναγκάζουν οι ελεγκτές τοκογλύφοι του ΔΝΤ και τις ΕΕ να μειώσουμε την αποτρεπτική ισχύ της πατρίδος μας μετασχηματίζοντας την υπάρχουσα δομή δυνάμεως.

Ο Κλαούζεβιτς απαντάει σε όλους αυτούς ότι ο πόλεμος είναι “απλώς η έκφραση της πολιτικής με άλλα μέσα”, που υπονοεί ότι η στρατιωτική στρατηγική αποτελεί μέρος του ευρύτερου πολιτικού σχεδιασμού και ότι οι πόροι του έθνους πρέπει να υποτάσσονται στο καθήκον της επίτευξης των πολιτικών αντικειμενικών σκοπών του πολέμου, εν προκειμένω, της εθνικής ασφάλειας. Όμως η παραδοσιακή στάση των σημερινών τεχνοκρατών και δήθεν στρατιωτικών αναλυτών, που τα πάντα για αυτούς είναι κουτάκια και νούμερα που συμπληρώνουν, είναι ότι η πολιτική και η εθνική στρατηγική είναι ριζικά και ουσιαστικά δύο διαφορετικά πράγματα.

Ας τους υπενθυμίσουμε λοιπόν ότι η εθνική στρατηγική δεν ξεκινά όταν τελειώνει η πολιτική, αλλά είναι αλληλοεξαρτώμενες και αλληλένδετες. Αυτό που οι σημερινοί κουστουμαρισμένοι τεχνοκράτες, επιρρεπής στον αδιάκριτο στρατηγικό αυτισμό, λανθασμένα πιστεύουν και προσπαθούν με επιτηδευμένη γλώσσα να διαμορφώσουν την κοινή γνώμη, είναι ότι από τη στιγμή που η πολιτική θα διευθετήσει την οποιαδήποτε κρίση, η εθνική στρατιωτική στρατηγική πρέπει να θεωρηθεί ότι βρίσκεται πέρα από την πολιτική. Όμως αυτοί που πραγματικά γνωρίζουν δηλώνουν ότι τα αίτια της σημερινής “οικονομικής και κοινωνικής δυσπλασίας” είναι σαφές ότι προήλθαν από έναν “πολιτικό πόλεμο”, γι’ αυτό οι πολιτικές και στρατιωτικές συνιστώσες της κυρίας εθνικής προσπάθειας απαιτείται να είναι ταυτισμένες και αλληλοσυμπληρούμενες.

Η εθνική στρατηγική οφείλει και πρέπει να λαμβάνει υπόψη της όλους τους παράγοντες της γεωπολιτικής πραγματικότητας. Αυτό το στοιχείο είναι πολύ κρίσιμο, επειδή αναπτύσσεται και εφαρμόζεται σε πραγματικό χρόνο και χώρο για την αντιμετώπιση του όποιου αντιπάλου. Ένα κράτος, λοιπόν, οφείλει να προσαρμόζει συνειδητά τη στρατηγική του στις γεωπολιτικές πραγματικότητες. Σε περίπτωση που οι γεωπολιτικές συνθήκες αλλάξουν, οι διαμορφωτές πολιτικής πρέπει να είναι σε θέση να διακρίνουν αυτές τις αλλαγές και να τροποποιήσουν τη στρατηγική και τους στρατηγικούς σκοπούς αναλόγως. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο αντικειμενικός σκοπός είναι και παραμένει ο ίδιος.

Είναι παγκοσμίως αποδεκτό από όλους τους διανοητές της στρατηγικής, ότι η διατύπωση στρατηγικής αρχίζει με την κατανόηση των σκοπών και των στόχων ασφάλειας ενός έθνους. Για να ολοκληρώσει μια ηγεσία τη διαδικασία μιας συνεπούς στρατηγικής ασφαλείας, ίσως το δυσκολότερο βήμα, είναι να προσδιοριστούν οι διατιθέμενοι πόροι (δυνάμεις-μέσα) που απαιτούνται για να εφαρμοστεί αυτή η στρατηγική.

Είναι σαφές, επίσης, ότι πρώτα πρέπει να δηλωθεί η Πολιτική Εθνικής Ασφαλείας, ώστε να επακολουθήσει το σύνθετο έργο του σχεδιασμού δυνάμεων, που ορίζεται καλύτερα ως η προσπάθεια της δημιουργίας της στρατιωτικής δομής δυνάμεων του σωστού μεγέθους και της σωστής σύνθεσης για να επιτύχουμε τους τεθέντες στόχους ασφάλειας του έθνους.

Ο σχεδιασμός δυνάμεων περιλαμβάνει την αξιολόγηση των απειλών για τα εθνικά συμφέροντα, την σύσταση των στρατιωτικών απαιτήσεων λαμβάνοντας υπόψη τους δεδομένους περιορισμούς στα μέσα, και τελικά την αξιολόγηση του κινδύνου αποτυχίας. Είναι σημαντικό να αντιληφθούμε ότι η εθνική στρατηγική διαχειρίζεται τους πόρους ως μέσα υπέρ της πολιτικής. Οι πόροι όμως, δεν είναι μέσα μέχρι η στρατηγική να μας παρέξει με τη σχεδίαση το πώς θα οργανωθούν και θα απορροφηθούν, τα μέσα επ’ ωφελεία των τρόπων ενεργείας. Οι προϋπολογισμοί άμυνας και το ανθρώπινο δυναμικό είναι πόροι. Η Πολιτική Εθνικής Ασφαλείας οργανώνει αυτούς τους πόρους στις ένοπλες δυνάμεις και τους αξιοποιεί έπειτα για να αποτρέψει τον πόλεμο ή για να επικρατήσει στον πόλεμο εάν αποτύχει η αποτροπή του.

Η προσπάθεια ορθολογισμού των αμυντικών δαπανών είναι μια θετική κίνηση και όλοι την αποδεχόμαστε, αφού αυτό είναι το ζητούμενο. Όμως δεν ξεχνούμε ότι και τα εθνικά μας συμφέροντα είναι ο κοινός τόπος απανταχού όλων των Ελλήνων, χωρίς κομματικές ιδεοληψίες και θεωρούνται ζωτικής σημασίας για την εθνική μας ασφάλεια, χωρίς επίσης να αναθέτουμε αυτό το καθήκον είτε σε εξωγενείς αποικιοκρατικούς παράγοντες ή ρομαντικούς ουτοπιστικούς οργανισμούς.
Η Ελλάδα είναι ένα πολιτισμένο φιλελεύθερο δημοκρατικό κράτος και είναι πιστό στις αρχές της ΕΕ του ΟΗΕ και στη συνθήκη του ΝΑΤΟ. Γι' αυτό τον λόγο στις διεθνείς σχέσεις της, επιμένει στην αποχή από πράξεις που θα συνιστούσαν απειλή ή χρήση βίας. Οφείλουμε όμως να είμαστε έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο. Έχουμε την υποχρέωση να είμαστε έτοιμοι να ασκήσουμε το φυσικό δικαίωμα της νόμιμης άμυνας σε κάθε περίπτωση όταν και όπου αυτό απαιτηθεί.

Ως εκ τούτου, οι στρατιωτικοί σχεδιαστές και οι αρμόδιοι παράγοντες του συστήματος Εθνικής Άμυνας για το σχεδιασμό δυνάμεων βρίσκονται εμπλεκόμενοι σε μια επαναληπτική διαδικασία ροής και σε μια προσπάθεια ελαχιστοποίησης των κακών συνδυασμών είτε με την τροποποίηση των σκοπών, είτε με τη διόρθωση των τρόπων, είτε με την αλλαγή των μέσων ώστε να μεγιστοποιήσουν τη δυνατότητα να προστατεύσουν ακόμη και να προαγάγουν τους εθνικούς στόχους.

Οι ενέργειες αυτές είναι δομικές πρακτικές και πρέπει να τις αντιμετωπίσουμε με σύνεση. Επί πλέον οι προκλήσεις στον χώρο του Αιγαίου και της νοτιανατολικής λεκάνης της Μεσογείου, εντείνονται ποιοτικά και ποσοτικά όσο πλησιάζουμε στην εξόρυξη υδρογονανθράκων και την ανακήρυξη της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ). Ωστόσο, για λόγους ως επί το πλείστον δημοσιοοικονομικούς, η συζήτηση, δυστυχώς, περιστρέφεται και είναι σχετική με τον τρόπο για τη μείωση ή περικοπή των αμυντικών δαπανών, χωρίς να δίδεται καμία σοβαρή προσοχή σε ότι πρέπει να κάνουμε για να διατηρηθεί η ισχυρότερη δυνατή αποτρεπτική ισχύς στις καθημερινές προκλήσεις που είναι μπροστά μας. 



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου