«Παράκαμψη του Συντάγματος και της λαϊκής ετυμηγορίας», αποτελεί η άποψη ότι η παρούσα Βουλή μπορεί να διαλυθεί προτού συγκροτηθεί σε σώμα», αναφέρει με επιστολή του προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας ο Δρ Νικόλαος Κ. Παπαδόπουλος, Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου . Επισημαίνει ότι η Βουλή πρέπει να λειτουργήσει άμεσα, διότι ...
«κατά το Σύνταγμα, οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση, και ως αντιπρόσωποι του Έθνους δύνανται να αποστούν από τις επιλογές της ηγεσίας του κόμματος με το οποίο εξελέγησαν, όταν η συνείδησή τους, και όχι βέβαια αθέμιτα μέσα, τους το επιβάλλουν, για λόγους που ανάγονται στο Γενικό Συμφέρον».
Με την επιστολή του ο Δρ. Ν. Παπαδόπουλος, επισημαίνει προς τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, ότι η άποψη πώς η παρούσα Βουλή μπορεί να διαλυθεί πριν συγκροτηθεί σε σώμα, «απονέμει στους αρχηγούς των μεγάλων κομμάτων μία εξουσία που δεν έχουν από το Σύνταγμα : την εξουσία να εκβιάζουν τον Λαό με επαναληπτικές εκλογές, όταν το εκλογικό αποτέλεσμα δεν εξυπηρετεί τα πολιτικά (ή προσωπικά) σχέδιά τους».
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η επιχειρηματολογία που αναπτύσσει με την επιστολή του προς τον Πρόεδρο κ. Παπούλια ο κ. Παπαδόπουλος, κυρίως ως προς τη δύναμη της αυτοτελούς φωνής των νεοεκλεγέντων βουλευτών και τις προθέσεις των μεγάλων κομμάτων, τις οποίες ο θεματοφύλακας του Συντάγματος οφείλει να «ζυγίσει».
Η επιστολή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας,που δημοσιεύτηκε στο eklogika.gr αναφέρει:
«Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε
Οι εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 ανέδειξαν Βουλή στην οποία κανένα κόμμα δεν έχει την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των κοινοβουλευτικών εδρών και αυτό είχε ως συνέπεια να προβείτε στην κατά τις διατάξεις των άρθρων 37§2εδ. β' και §3 του Συντάγματος διαδικασία παροχής διερευνητικών εντολών προς τους αρχηγούς των κομμάτων.
Αναμφίβολα δεν διαθέτω τη δική Σας πολιτική εμπειρία και σοφία. Ωστόσο, αναλογιζόμενος ότι ο καθένας πρέπει να συνεισφέρει, όσο τού επιτρέπουν οι δυνάμεις του, στην αποφυγή του πολιτικού αδιεξόδου και στην ορθή τήρηση των συνταγματικών κανόνων του δημοκρατικού και κοινοβουλευτικού πολιτεύματος της χώρας , θέτω υπ' όψη Σας τις ακόλουθες σκέψεις :
Ι. Έρεισμα σχηματισμού κάθε κυβέρνησης είναι η λαϊκή ετυμηγορία . Προς τούτο άλλωστε το Σύνταγμα ορίζει ότι “ως πρωθυπουργός διορίζεται ο αρχηγός του κόμματος το οποίο διαθετει στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών” (37§2εδ. α'Σ) και ,στην περίπτωση που κανένα κόμμα δεν διαθέτει απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει διερευνητική εντολή για τη διακρίβωση της δυνατότητας σχηματισμού κυβέρνησης στον αρχηγό του κόμματος που διαθέτει σχετική πλειοψηφία (37§2εδ. β'Σ) και στη συνέχεια , αν αυτή η διερευνητική εντολή δεν τελεσφορήσει, παρέχει τέτοια εντολή στον αρχηγό του δεύτερου κόμματος, και, εφόσον και αυτή καταστεί ατελέσφορη, παρέχει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του τρίτου κόμματος (37§3εδ. α' και β'Σ).
Ως ρυθμιστής του Πολιτεύματος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του κατά το άρθρο 37 του Συντάγματος αποσκοπεί στην τήρηση της διαδικασίας διερευνητικών εντολών, η οποία δεν έχει χαρακτήρα απλώς φορμαλιστικό, αλλά ουσιαστικό : οι διερευνητικές εντολές παρέχονται όχι απλώς για να τηρηθεί ο τύπος που ορίζει το Σύνταγμα, όταν κανένα κόμμα δεν απέκτησε απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και να οδηγηθούμε σε νέες εκλογές, αλλά για να διασφαλισθεί ο σχηματισμός κυβέρνησης που θα έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής.
Ο εκάστοτε φορέας της διερευνητικής εντολής δύναται και οφείλει να εξετάσει τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης με κάθε θεμιτό και πρόσφορο μέσο, ερχόμενος σε επαφή όχι μόνο με τους αρχηγούς των κομμάτων, αλλά και με βουλευτές, λαμβανομένου υπόψη ότι ,κατά το Σύνταγμα, οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση (60§1Σ) και, άλλωστε, ως αντιπρόσωποι του Έθνους (51§2Σ), δύνανται να αποστούν από τις επιλογές της ηγεσίας του κόμματος με το οποίο εξελέγησαν, όταν η συνείδησή τους, και όχι βέβαια αθέμιτα μέσα, τους το επιβάλλουν, για λόγους που ανάγονται στο Γενικό Συμφέρον.
ΙΙ. Η Βουλή είναι το forum όπου θα διεξαχθεί ο διάλογος για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Η διαδικασία του άρθρου 37Σ απαιτεί όσμωση προτάσεων, θέσεων και απόψεων πρωτίστως μεταξύ των φορέων της λαϊκής εντολής, δηλαδή των βουλευτών. Η όσμωση αυτή δεν μπορεί παρά να γίνεται σε εκείνο το χώρο που κατά το Σύνταγμα είναι ο κατάλληλος προς τούτο : στη Βουλή που συνεδριάζει στο Βουλευτήριο (66§1Σ).
Στην παρούσα πολιτική συγκυρία διαπιστώνουμε ότι οι ενέργειες που διενεργούνται από τους φορείς διερευνητικών εντολών δεν είναι κοινοβουλευτικά πρόσφορες για το σχηματισμό κυβέρνησης. Τέτοιες ενέργειες, που τυγχάνουν μάλιστα ευρύτατης δημοσιότητας, διενεργούνται σε τηλεοπτικά στούντιο ή με εξωκοινοβουλευτικούς εκπροσώπους πολιτικών φορέων. Μπορεί οι ενέργειες αυτές να έχουν πολιτική σημασία και σπουδαιότητα, δεν είναι όμως εκείνες οι ενέργειες που, σύμφωνα με τον κοινοβουλευτικό χαρακτήρα του πολιτεύματος, είναι ικανές να οδηγήσουν σε κυβέρνηση που να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Το “πως” και το “που” θα τελεσθούν από τον εκάστοτε φορέα της διερευνητικής εντολής οι ενέργειες που θα οδηγήσουν στον σχηματισμό Κυβέρνησης η οποία θα έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής προκύπτει από το Σύνταγμα: Οι ενέργειες αυτές πρέπει να γίνουν στη Βουλή και στα πλαίσια επαφών με βουλευτές.
ΙΙΙ. Για την επιτυχή έκβαση της διαδικασίας του άρθρου 37§2εδ. β' και 37§3Σ προϋπόθεση είναι η συγκρότηση της Βουλής σε σώμα. Η συγκρότηση της Βουλής σε σώμα και η συγκρότηση των κοινοβουλευτικών ομάδων αποτελεί την ασφαλέστερη διάγνωση της δύναμης των κομμάτων. Μόνη η ανακοίνωση από τον Πρόεδρο της Βουλής προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας των εκλογικών αποτελεσμάτων και της βάσει αυτών κοινοβουλευτικής δύναμης των κομμάτων δεν επαρκεί, διότι αγνοούνται τυχόν διαφορετικές επιλογές των βουλευτών, οι οποίες επιτρέπονται στα πλαίσια της ελεύθερης και όχι “επιτακτικής” εντολής που έλαβαν από τον Λαό και ενδεχομένως επιβάλλονται στην παρούσα συγκυρία για την αποτροπή της ακυβερνησίας.
Ελέγχεται ως παράκαμψη του Συντάγματος και της λαϊκής ετυμηγορίας η άποψη ότι η παρούσα Βουλή μπορεί να διαλυθεί προτού συγκροτηθεί σε σώμα. Η άποψη αυτή απονέμει στους αρχηγούς των μεγάλων κομμάτων μία εξουσία που δεν έχουν από το Σύνταγμα : την εξουσία να εκβιάζουν τον Λαό με επαναληπτικές εκλογές, όταν το εκλογικό αποτέλεσμα δεν εξυπηρετεί τα πολιτικά (ή προσωπικά) σχέδιά τους. Με αυτό το σκεπτικό, ο Λαός θα εξαναγκάζεται διαρκώς σε νέες εκλογές μέχρις ότου η ετυμηγορία του καταστεί αρεστή στις πολιτικές ηγεσίες. Όμως, η Δημοκρατία, υπό την διεθνώς αποδεκτή έννοιά της ως “εξουσία από τον λαό, με τον λαό, για τον λαό”, απαιτεί να διαμορφώνουν οι πολιτικοί αρχηγοί τα πολιτικά σχέδιά τους με βάση τη λαϊκή βούληση και όχι να επιβάλλουν στη λαϊκή βούληση τα πολιτικά σχέδιά τους. Η συγκρότηση της Βουλής σε σώμα καθιστά πιθανό το ενδεχόμενο δημιουργίας κοινοβουλευτικών συνεργασιών, από τις οποίες μπορεί να προέλθει απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα παράσχει την εμπιστοσύνη της σε Κυβέρνηση.
IV. ΤΕΛΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ-ΠΡΟΤΑΣΗ
Στην παρούσα συγκυρία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει να συγκαλέσει τη Βουλή, σύμφωνα με το άρθρο 40§1 του Συντάγματος. Το στάδιο της διαβουλεύσεως των αρχηγών των κομμάτων με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τον σχηματισμό κυβερνήσεως συνεργασίας (“Οικουμενικής Κυβερνήσεως” ή “Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητας”), πρέπει να πραγματοποιηθεί οπωσδήποτε ενώ η Βουλή λειτουργεί.
Εξάλλου, η διαβούλευση των αρχηγών των κομμάτων με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τον σχηματισμό κυβερνήσεως συνεργασίας μπορεί να διαρκέσει έναν εύλογο αριθμό ημερών και να τροφοδοτηθεί, καθισταμένη αποτελεσματικότερη, από αντίστοιχες δημόσιες συζητήσεις στη Βουλή. Η πολιτική εκτίμησή μου είναι ότι, εάν η διαβούλευση των αρχηγών των κομμάτων γίνει ενώ η Βουλή λειτουργεί, μπορεί να προκύψει Κυβέρνηση, ενώ, αν η Βουλή δεν συγκροτηθεί σε σώμα, το πιο πιθανό θα είναι να οδηγηθούμε σε εκλογές με κυβέρνηση υπηρεσιακή. Όμως, ο μη σχηματισμός κυβερνήσεως που θα έχει την εμπιστοσύνη της παρούσας Βουλής θα βαρύνει και τους αρχηγούς των κομμάτων kαι τον ρυθμιστή του πολιτεύματος, οι οποίοι, στις παρούσες κρίσιμες για την χώρα στιγμές, δεν μπόρεσαν να οδηγηθούν στον σχηματισμό κυβέρνησης , σύμφωνα με το ηχηρό μήνυμα που διατύπωσε ο Λαός στις εκλογές της 6-5-2012 : ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ-ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ .
Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε,
η χώρα μας χρειάζεται Κυβέρνηση και το Σύνταγμα καθορίζει τον δρόμο για τον σχηματισμό κυβέρνησης και όχι απλώς την Οδό για νέες εκλογές”.
Με εξαιρετική τιμή,
Δρ Νικόλαος Κ. Παπαδόπουλος
Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου Tμ.. Nομικής Ε.Κ.Π.Αθηνών
«κατά το Σύνταγμα, οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση, και ως αντιπρόσωποι του Έθνους δύνανται να αποστούν από τις επιλογές της ηγεσίας του κόμματος με το οποίο εξελέγησαν, όταν η συνείδησή τους, και όχι βέβαια αθέμιτα μέσα, τους το επιβάλλουν, για λόγους που ανάγονται στο Γενικό Συμφέρον».
Με την επιστολή του ο Δρ. Ν. Παπαδόπουλος, επισημαίνει προς τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, ότι η άποψη πώς η παρούσα Βουλή μπορεί να διαλυθεί πριν συγκροτηθεί σε σώμα, «απονέμει στους αρχηγούς των μεγάλων κομμάτων μία εξουσία που δεν έχουν από το Σύνταγμα : την εξουσία να εκβιάζουν τον Λαό με επαναληπτικές εκλογές, όταν το εκλογικό αποτέλεσμα δεν εξυπηρετεί τα πολιτικά (ή προσωπικά) σχέδιά τους».
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η επιχειρηματολογία που αναπτύσσει με την επιστολή του προς τον Πρόεδρο κ. Παπούλια ο κ. Παπαδόπουλος, κυρίως ως προς τη δύναμη της αυτοτελούς φωνής των νεοεκλεγέντων βουλευτών και τις προθέσεις των μεγάλων κομμάτων, τις οποίες ο θεματοφύλακας του Συντάγματος οφείλει να «ζυγίσει».
Η επιστολή προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας,που δημοσιεύτηκε στο eklogika.gr αναφέρει:
«Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε
Οι εκλογές της 6ης Μαΐου 2012 ανέδειξαν Βουλή στην οποία κανένα κόμμα δεν έχει την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των κοινοβουλευτικών εδρών και αυτό είχε ως συνέπεια να προβείτε στην κατά τις διατάξεις των άρθρων 37§2εδ. β' και §3 του Συντάγματος διαδικασία παροχής διερευνητικών εντολών προς τους αρχηγούς των κομμάτων.
Αναμφίβολα δεν διαθέτω τη δική Σας πολιτική εμπειρία και σοφία. Ωστόσο, αναλογιζόμενος ότι ο καθένας πρέπει να συνεισφέρει, όσο τού επιτρέπουν οι δυνάμεις του, στην αποφυγή του πολιτικού αδιεξόδου και στην ορθή τήρηση των συνταγματικών κανόνων του δημοκρατικού και κοινοβουλευτικού πολιτεύματος της χώρας , θέτω υπ' όψη Σας τις ακόλουθες σκέψεις :
Ι. Έρεισμα σχηματισμού κάθε κυβέρνησης είναι η λαϊκή ετυμηγορία . Προς τούτο άλλωστε το Σύνταγμα ορίζει ότι “ως πρωθυπουργός διορίζεται ο αρχηγός του κόμματος το οποίο διαθετει στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών” (37§2εδ. α'Σ) και ,στην περίπτωση που κανένα κόμμα δεν διαθέτει απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας παρέχει διερευνητική εντολή για τη διακρίβωση της δυνατότητας σχηματισμού κυβέρνησης στον αρχηγό του κόμματος που διαθέτει σχετική πλειοψηφία (37§2εδ. β'Σ) και στη συνέχεια , αν αυτή η διερευνητική εντολή δεν τελεσφορήσει, παρέχει τέτοια εντολή στον αρχηγό του δεύτερου κόμματος, και, εφόσον και αυτή καταστεί ατελέσφορη, παρέχει διερευνητική εντολή στον αρχηγό του τρίτου κόμματος (37§3εδ. α' και β'Σ).
Ως ρυθμιστής του Πολιτεύματος ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του κατά το άρθρο 37 του Συντάγματος αποσκοπεί στην τήρηση της διαδικασίας διερευνητικών εντολών, η οποία δεν έχει χαρακτήρα απλώς φορμαλιστικό, αλλά ουσιαστικό : οι διερευνητικές εντολές παρέχονται όχι απλώς για να τηρηθεί ο τύπος που ορίζει το Σύνταγμα, όταν κανένα κόμμα δεν απέκτησε απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και να οδηγηθούμε σε νέες εκλογές, αλλά για να διασφαλισθεί ο σχηματισμός κυβέρνησης που θα έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής.
Ο εκάστοτε φορέας της διερευνητικής εντολής δύναται και οφείλει να εξετάσει τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης με κάθε θεμιτό και πρόσφορο μέσο, ερχόμενος σε επαφή όχι μόνο με τους αρχηγούς των κομμάτων, αλλά και με βουλευτές, λαμβανομένου υπόψη ότι ,κατά το Σύνταγμα, οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση (60§1Σ) και, άλλωστε, ως αντιπρόσωποι του Έθνους (51§2Σ), δύνανται να αποστούν από τις επιλογές της ηγεσίας του κόμματος με το οποίο εξελέγησαν, όταν η συνείδησή τους, και όχι βέβαια αθέμιτα μέσα, τους το επιβάλλουν, για λόγους που ανάγονται στο Γενικό Συμφέρον.
ΙΙ. Η Βουλή είναι το forum όπου θα διεξαχθεί ο διάλογος για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Η διαδικασία του άρθρου 37Σ απαιτεί όσμωση προτάσεων, θέσεων και απόψεων πρωτίστως μεταξύ των φορέων της λαϊκής εντολής, δηλαδή των βουλευτών. Η όσμωση αυτή δεν μπορεί παρά να γίνεται σε εκείνο το χώρο που κατά το Σύνταγμα είναι ο κατάλληλος προς τούτο : στη Βουλή που συνεδριάζει στο Βουλευτήριο (66§1Σ).
Στην παρούσα πολιτική συγκυρία διαπιστώνουμε ότι οι ενέργειες που διενεργούνται από τους φορείς διερευνητικών εντολών δεν είναι κοινοβουλευτικά πρόσφορες για το σχηματισμό κυβέρνησης. Τέτοιες ενέργειες, που τυγχάνουν μάλιστα ευρύτατης δημοσιότητας, διενεργούνται σε τηλεοπτικά στούντιο ή με εξωκοινοβουλευτικούς εκπροσώπους πολιτικών φορέων. Μπορεί οι ενέργειες αυτές να έχουν πολιτική σημασία και σπουδαιότητα, δεν είναι όμως εκείνες οι ενέργειες που, σύμφωνα με τον κοινοβουλευτικό χαρακτήρα του πολιτεύματος, είναι ικανές να οδηγήσουν σε κυβέρνηση που να έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής. Το “πως” και το “που” θα τελεσθούν από τον εκάστοτε φορέα της διερευνητικής εντολής οι ενέργειες που θα οδηγήσουν στον σχηματισμό Κυβέρνησης η οποία θα έχει την εμπιστοσύνη της Βουλής προκύπτει από το Σύνταγμα: Οι ενέργειες αυτές πρέπει να γίνουν στη Βουλή και στα πλαίσια επαφών με βουλευτές.
ΙΙΙ. Για την επιτυχή έκβαση της διαδικασίας του άρθρου 37§2εδ. β' και 37§3Σ προϋπόθεση είναι η συγκρότηση της Βουλής σε σώμα. Η συγκρότηση της Βουλής σε σώμα και η συγκρότηση των κοινοβουλευτικών ομάδων αποτελεί την ασφαλέστερη διάγνωση της δύναμης των κομμάτων. Μόνη η ανακοίνωση από τον Πρόεδρο της Βουλής προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας των εκλογικών αποτελεσμάτων και της βάσει αυτών κοινοβουλευτικής δύναμης των κομμάτων δεν επαρκεί, διότι αγνοούνται τυχόν διαφορετικές επιλογές των βουλευτών, οι οποίες επιτρέπονται στα πλαίσια της ελεύθερης και όχι “επιτακτικής” εντολής που έλαβαν από τον Λαό και ενδεχομένως επιβάλλονται στην παρούσα συγκυρία για την αποτροπή της ακυβερνησίας.
Ελέγχεται ως παράκαμψη του Συντάγματος και της λαϊκής ετυμηγορίας η άποψη ότι η παρούσα Βουλή μπορεί να διαλυθεί προτού συγκροτηθεί σε σώμα. Η άποψη αυτή απονέμει στους αρχηγούς των μεγάλων κομμάτων μία εξουσία που δεν έχουν από το Σύνταγμα : την εξουσία να εκβιάζουν τον Λαό με επαναληπτικές εκλογές, όταν το εκλογικό αποτέλεσμα δεν εξυπηρετεί τα πολιτικά (ή προσωπικά) σχέδιά τους. Με αυτό το σκεπτικό, ο Λαός θα εξαναγκάζεται διαρκώς σε νέες εκλογές μέχρις ότου η ετυμηγορία του καταστεί αρεστή στις πολιτικές ηγεσίες. Όμως, η Δημοκρατία, υπό την διεθνώς αποδεκτή έννοιά της ως “εξουσία από τον λαό, με τον λαό, για τον λαό”, απαιτεί να διαμορφώνουν οι πολιτικοί αρχηγοί τα πολιτικά σχέδιά τους με βάση τη λαϊκή βούληση και όχι να επιβάλλουν στη λαϊκή βούληση τα πολιτικά σχέδιά τους. Η συγκρότηση της Βουλής σε σώμα καθιστά πιθανό το ενδεχόμενο δημιουργίας κοινοβουλευτικών συνεργασιών, από τις οποίες μπορεί να προέλθει απόλυτη κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα παράσχει την εμπιστοσύνη της σε Κυβέρνηση.
IV. ΤΕΛΙΚΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ-ΠΡΟΤΑΣΗ
Στην παρούσα συγκυρία, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας οφείλει να συγκαλέσει τη Βουλή, σύμφωνα με το άρθρο 40§1 του Συντάγματος. Το στάδιο της διαβουλεύσεως των αρχηγών των κομμάτων με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τον σχηματισμό κυβερνήσεως συνεργασίας (“Οικουμενικής Κυβερνήσεως” ή “Κυβερνήσεως Εθνικής Ενότητας”), πρέπει να πραγματοποιηθεί οπωσδήποτε ενώ η Βουλή λειτουργεί.
Εξάλλου, η διαβούλευση των αρχηγών των κομμάτων με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για τον σχηματισμό κυβερνήσεως συνεργασίας μπορεί να διαρκέσει έναν εύλογο αριθμό ημερών και να τροφοδοτηθεί, καθισταμένη αποτελεσματικότερη, από αντίστοιχες δημόσιες συζητήσεις στη Βουλή. Η πολιτική εκτίμησή μου είναι ότι, εάν η διαβούλευση των αρχηγών των κομμάτων γίνει ενώ η Βουλή λειτουργεί, μπορεί να προκύψει Κυβέρνηση, ενώ, αν η Βουλή δεν συγκροτηθεί σε σώμα, το πιο πιθανό θα είναι να οδηγηθούμε σε εκλογές με κυβέρνηση υπηρεσιακή. Όμως, ο μη σχηματισμός κυβερνήσεως που θα έχει την εμπιστοσύνη της παρούσας Βουλής θα βαρύνει και τους αρχηγούς των κομμάτων kαι τον ρυθμιστή του πολιτεύματος, οι οποίοι, στις παρούσες κρίσιμες για την χώρα στιγμές, δεν μπόρεσαν να οδηγηθούν στον σχηματισμό κυβέρνησης , σύμφωνα με το ηχηρό μήνυμα που διατύπωσε ο Λαός στις εκλογές της 6-5-2012 : ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ-ΕΘΝΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ .
Αξιότιμε Κύριε Πρόεδρε,
η χώρα μας χρειάζεται Κυβέρνηση και το Σύνταγμα καθορίζει τον δρόμο για τον σχηματισμό κυβέρνησης και όχι απλώς την Οδό για νέες εκλογές”.
Με εξαιρετική τιμή,
Δρ Νικόλαος Κ. Παπαδόπουλος
Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου Tμ.. Nομικής Ε.Κ.Π.Αθηνών
Planet-Greece
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου